ΚΥΠΡΙΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗΝ ΤΕΡΓΕΣΤΗ το 1821.
Μία από τις συνέπειες των προγραφών, των σφαγών και των λεηλασιών που υπέστη ο χριστιανικός πληθυσμός της Κύπρου το 1821 ήταν και η δημιουργία ενός τεράστιου κύματος προσφύγων. Υπολογίζεται πως από το 1821 μέχρι το 1825 εγκατέλειψαν το νησί πάνω από 20.000-25.000 άτομα. Κάποιοι βρήκαν καταφύγιο στην ηπειρωτική Ελλάδα, άλλοι επιβιβάστηκαν σε καράβια και πήραν τον δρόμο για την Ευρώπη: Μασσαλία, Λιβόρνο, Αγκώνα, Γένοβα, Βενετία, Τεργέστη ήταν οι συνηθέστεροι προορισμοί.
Η Τεργέστη δέχθηκε 70 Κύπριους. Όπως αναφέρει η ιστορικός Όλγα Κατσιαρδή-Hering, η κατάσταση των προσφύγων, όταν έφταναν στην πόλη, ήταν στις περισσότερες περιπτώσεις οικτρή:
« Τον πρώτο καιρό τουλάχιστον, με τη βοήθεια της τοπικής ελληνικής παροικίας, οι βασι-
κές τους ανάγκες μπορούσαν να καλυφθούν. Τα προβλήματα ανέκυπταν με την πάροδο του χρόνου, όταν οι πρόσφυγες, για να διασφαλίσουν μια μονιμότερη εγκατάσταση, έπρεπε να βρουν εργασία. Όσοι είχαν την τύχη να υποστηριχθούν από πλούσιους συγγενείς τους, συνήθως τα κατά-
φερναν. Όσοι δεν είχαν συγγενείς ή οικείους, αναγκάζονταν να ζητήσουν οικονομική βοήθεια από το κοινοτικό ταμείο της παροικίας, τα περιθώρια όμως του οποίου ήταν πολύ περιορισμένα.
Ζώντας αποκλειστικά από την κοινοτική οι περισσότεροι πρόσφυγες δεν κατάφεραν να ενσωματωθούν στην τοπική κοινωνία. Μετά το 1823 κάποιοι άρχισαν να γυρεύουν καταφύγιο στην Ελλάδα ή επέστρεφαν στην Κύπρο.
Ανάμεσα στις οικογένειες αυτές ήταν και οι γνωστές οικογένειες Σαρίπολου –οι γονείς του μετέπειτα διάσημου νομικού και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Νικόλαου Ι. Σαρίπολου. Επίσης η οικογένεια του Παύλου Μιχαηλίδη, διερμηνέα του Ρωσσικού Προξενείου.
Στη φωτογραφία μέρος εγγράφου που μαρτυρεί τη βοήθεια που έπαιρναν οι «εκπατρισθέντες Κύπριοι παρά της ιδρυθείσης Επιτροπής….».
Πληροφορίες από το διαδίκτυο.
ΛΟΥΗΣ ΠΕΡΕΝΤΟΣ